Ανέφελοι ουρανοίεμπόδιζαν τους αδαείςνα προετοιμαστούν για το αναπόφευκτο.Κλείνανε τα μάτια ερμητικά
και γράφανε στίχους
να διώξουν το κακό
καθώς το κρύο μέταλλο
άγγιζε τον λαιμό μας.
Κι ύστερα κλαίγανε όσοι μπορούσαν.
Ευτυχώς υπάρχουν εκείνοι
που ζούσαν πάντα στα σκοτάδια.
Καλούνται, τώρα, να φέρουν πίσω το φως.
Κι ας μην το είχαν δει ποτέ τους.
Να θυσιαστούν στον βωμό της αφέλειας των έμπειρων.
Να ξορκίσουν το κακό
Να ξεπλύνουν τα λάθη
όλα με το κατακόκκινο αίμα τους.
Οι άλλοι στίχους έγραφαν.
Κι εμείς τους ζούσαμε.
Οι άλλοι με πλήκτρα πολεμούσαν
Εμείς με σφαίρες.
Οι άλλοι ακόμα ζούνε
κι ανασαίνουν μέσα από τους ρόγχους μας.
Αυτή είναι η δικαιοσύνη των άξιων.
~Ρ. Γέρου~ Φωτογραφία : ΡΑΦΑΕΛΛΑ ΧΑΤΖΗΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Εμένα τα νεοκλασικά σπίτια, μου θυμίζουν βαρετές επισκέψεις και παιχνίδια στις αυλές τους. Με έπαιρνε μαζί της η μάνα να πάμε για τσάι στης κυρίας Καραφύλη. Ήταν μια αρχαία κυρία με κατάλευκα μαλλιά και ρυτίδες στο πρόσωπο της βαθιές κι ανελέητες. Τα ρούχα της προσεγμένα και μουντά και φορούσε πάντα μια λαμπερή καρφίτσα στο στήθος.
Φοράγαμε τα καλά μας να πάμε στην επίσκεψη. Μου άρεσε το σπίτι. Ήταν μεγάλο και προσφερόταν για ατέλειωτες εξερευνήσεις. Τα ταβάνια είχαν ζωγραφιές. Και τα πόμολα στις τεράστιες πόρτες ήταν σκαλιστά σαν λουλούδια. Μύριζε ανθόνερο όλο το σαλόνι. Τα πατώματα ήταν παλιά και τρίζαν. Δεν μπορούσα καθόλου να τρέξω γιατί τα μεγάλα σανίδια έκαναν θόρυβο.
Μου άρεσε να τρώω τα μπατόν σαλέ και τα λογής σοκολατάκια από την λουλουδάτη πιατέλα. Είχε και κέηκ πάντα και μπισκότα με πολλές γεύσεις.
Η κυρία Καραφύλη δεν είχε παιδιά. Έπρεπε να κάνω ησυχία.
Όταν εκείνη πέθανε το αρχοντικό της το πήραν κάτι ανήψια της. Δεν μπορούσαν να το συντηρήσουν και άρχισε να καταρρέει. Περνούσα απ' έξω βιαστική για τη δουλειά, το κοιτούσα και βούρκωνα. Σκεφτόμουν πόσο υπέροχο θα ήταν να το μετέτρεπε κάποιος σε γκαλερί ή σε βιβλιοθήκη ή ένα χώρο για συγγραφείς και ποιητές να μαζεύονται και να πίνουν τσάι ή καφέ και να μιλάνε.
Μια μέρα είδα ένα πανό να κρέμεται από την μπροστινή βεράντα. Έγραφε "ΚΑΤΑΛΗΨΗ". Λεπτοί νέοι άνθρωποι με μακριά μαλλιά μπαινόβγαιναν στη σάλα της κυρίας Καραφύλη ανενόχλητοι. Ευτυχώς δεν ζούσε να τους δει. Θα πάθαινε συγκοπή.
Έμεινε έτσι για χρόνια. Κλειδωμένο. Ρημαγμένο. Έρημο. Έρμαιο των επαναστατημένων νεαρών που το έτρωγαν σοβά τον σοβά και ζωγράφιζαν ακατάληπτα συνθήματα στους τοίχους του. Μύριζει μούχλα το σαλόνι πια και ούρα ανθρώπινα. Περιττώματα ποντικιών και σύριγγες ναρκομανών σκόρπιες στα παλιά σανίδια, κάνουν ένα φοβερό θόρυβο με την σιωπή τους. Οι βαριές κουρτίνες που είχε φέρει ο προπάππους της κυρίας Καραφύλη από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, έχουν ξεφτίσει και κρέμονται σε τσόλια.
Μια μέρα ήρθε μια ομάδα αστυνόμων. Έδιωξαν τους επαναστάτες. Ίσως να έφυγαν και μόνοι τους. Είχαν μεγαλώσει άλλωστε πολύ. Μερικοί φορούσαν πουκάμισα λευκά και οδηγούσαν ακριβά αμάξια. Η Κατάληψη είχε λήξει.
Το παλιό αρχοντικό, χάσκει ξεχαρβαλωμένο πια στην άκρη του δρόμου. Μόνο το πανό που γράφει "ΚΑΤΑΛΗΨΗ" έχει μείνει μισοκρεμασμένο. Το δέρνουν οι άνεμοι και η βροχή. Τα παράθυρα σφαλισμένα με τάβλες καρφωμένες απ' έξω.
Μα εκείνο το περίτεχνο ακροκέραμο στην κορυφή της όμορφης στέγης, στέκει αγέρωχο με στραμμένο το βλέμμα στον δρόμο του κάστρου. Περιμένει λες κάτι, κάποιον να γυρίσει να το δει. Να ζηλέψει την ομορφιά του και να σκεφτεί πως τόση αξιοσύνη ξόδεψε ο παλιός ο μάστορας για τούτο το ταπεινό ακροκέραμο. Ίσως είναι ώρα να αγκαλιάσει κάποιος και το υπόλοιπο σπίτι. Να το κάνει καταφύγιο της Τέχνης . Σχολείο και ναό της εκπαίδευσης . Να το αξιοποιήσει αντί να το γκρεμίσει.
Πόσο ακόμα θα περιμένει;
~Ρένα Γέρου~ Φωτογραφία :από τον Dionysis Anninos στο
· Explore Dionysis Anninos' photos on Flickr
Όταν φτάνεις να κλείνεις τα πενήντα χρόνια ζωής, νιώθεις πως έφτασες σε ένα αρκετά σημαντικό σημείο.
Πρώτα απ' όλα τα κατάφερες να φτάσεις ως εδώ. Πράγμα που από μόνο του είναι μια επιτυχία. Διότι σε τούτη την πορεία του μισού αιώνα (φαντάζει πιο τρομακτικό όταν το γράφεις) είδες και έζησες πάρα πολλά.
Έπειτα, έμαθες αλήθειες και διέκρινες ψέματα και ψευδαισθήσεις. Ξεχώρισες ανθρώπους και κατάλαβες κίνητρα και ουσία.
Ανακάλυψες πόσο υπέροχη αλλά και πόσο άδικη κι άσχημη μπορεί να είναι η ζωή.
Ονειρεύτηκες και προσπάθησες να κάνεις πράξη τα όνειρα. Επαναστάτησες και θέλησες να αλλάξεις τα άσχημα ή απλά τα αποδέχθηκες. Όλα ανάλογα με τις δυνάμεις και τις δυνατότητες σου.
Μα όντας θηλυκό, δυσανασχέτησες με τα σημάδια του χρόνου στο κορμί σου. Η ψυχή βγήκε νικήτρια. Το σώμα όμως δεινοπάθησε.
Κι ευτυχώς είχες την δυνατότητα να τα αντιληφθείς όλα αυτά στα πρώτα πενήντα χρόνια. Μα και πάλι το πεπερασμένο της ύπαρξης σου σε σημαδεύει και σε υποδουλώνει.
Ας είναι όμως. Ψύχραιμα και ειλικρινά, αυτό που θυμάμαι με αγάπη και νοσταλγία είναι η πρώτη μου τούρτα . Μια κατάλευκη, ολοστρόγγυλη τούρτα αμυγδάλου με ένα τεράστιο ζαχαρωτό λευκό, επίσης, τριαντάφυλλο στην πάνω αριστερή μεριά. Το πρώτο πάρτι. Τότε που η μάνα ζούσε κι όλο χαρά κερνούσε τους συμμαθητές, μεγάλα κομμάτια γλυκού και χυμούς και τυροπιτάκια. Κι εγώ στη μέση της σάλας με τα καλά, τα Κυριακάτικα ρούχα μου να γελώ ολόχαρη με το τραγούδι: "Να ζήσεις και χρόνια πολλά, μεγάλη να γίνεις με άσπρα μαλλιά.." Έπιασε η ευχή παιδιά. έχω πλέον πολλά άσπρα μαλλιά..
Μα απ' όλες τις χαρές εκείνα τα πρώτα γενέθλια ήταν θαρρώ η πιο αξέχαστη.
~Ρ. Γέρου~ (Η χαρούμενη εορτάζουσα )