Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα #ΟΝΕΙΡΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα #ΟΝΕΙΡΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 25 Οκτωβρίου 2021

ΛΕΞΕΙΣ


Ήταν θέμα εκπαίδευσης και ανατροφής, αυτή η προμελετημένη σιωπή. Κατά γενική ομολογία ήταν το καθώς πρέπει κι αξιοπρεπές να κάνεις σε κάθε περίπτωση.  «Το δύσκολο είναι να κρατήσεις την ψυχραιμία σου μα το εύκολο να γίνεις αλήτης», πάντα το υπενθύμιζε στον εαυτό του.  Και σώπαινε. Είχανε πια μαζευτεί τόμοι ολόκληροι από σιωπές. Καταγεγραμμένες με γράμματα καλλιγραφικά και όμορφα. Καθαρά, ολοστρόγγυλα γράμματα που ακολουθούσαν το ένα το άλλο πάνω στις γαλάζιες γραμμές του τετραδίου.

Εκεί γύρω στα πενήντα αποφάσισε να τις κάνει βιβλίο. «Οι ωδές των σιωπών» μια ποιητική συλλογή. Περιείχε ψιθυριστά «σ’ αγαπώ» και φωναχτά «παράτα μας». Ετοιμόλογες απαντήσεις προς τα’ αφεντικά που δεν είχε τολμήσει να αρθρώσει καθώς και παθιασμένα και λάγνα λόγια για την Πέπη που από μαθητής λάτρευε και θαύμαζε και ποθούσε. Είχε αλαλαγμούς πόνου μα κυρίως πνιχτούς λυγμούς παραπόνου και θλίψης. Συναισθήματα μαζεμένα και στοιβαγμένα στα τετράδια του . Λέξεις φοβισμένες και πνιγμένες. Αδικημένες σαν εκείνον και φιμωμένες όπως άρμοζε σε λέξεις που δυσαρεστούν.

Μα είχε έρθει ο καιρός που δεν άντεχε άλλο. Τις έκανε ποιήματα και τις πήγε για έκδοση. Γίνανε βιβλία με ποίηση.  Κι εκείνος ησύχασε. Ηρέμησε. Επιτέλους χάρηκε που τα ανείπωτα είχαν βγει στη φόρα. Και οι σιωπές απέκτησαν φωνή. Ήταν η ώρα να ζήσει ή να πνιγεί . Ίσως να ήταν το ένστικτο της επιβίωσης. Ότι κι αν ήταν τον έσωσε.

Μα κυρίως διασώθηκαν εκείνες. Οι μικρούλες κόρες του. Τα παιδιά του. Που τις έκρυβε από φόβο μην πληγώσει, μην πληγωθεί. Από ανασφάλεια και  σεβασμό  στον συνάνθρωπο που δεν τον σεβάστηκε ποτέ. Από επιθυμία να μην διαφέρει. Από δειλία να μην ξεχωρίσει. Από καταναγκασμό να είναι ευγενής . Από ανάγκη να επιβιώσει. Τώρα είχε τελειώσει με τις δικαιολογίες. Τώρα ήταν η στιγμή να ωριμάσει. Τώρα έπαιρνε την ζωή του πίσω. Απαγγέλλοντας όλες τις καλά κρυμμένες λέξεις της ψυχής του.   Ρ.Γ.



Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2021

ΤΟ ΜΟΛΥΒΙ

 

Μόνο ταξίδευε. Στις αποσκευές κουβαλούσε ελάχιστα, αλλά πάντα ένα μολύβι. Δεν το είχε χρησιμοποιήσει ποτέ. Ήταν εκεί, ριγμένο βιαστικά στην θήκη του σακιδίου, κάτω από το παλιό, ριγέ τετράδιο των σχολικών του χρόνων. Πότε είχαν επιβιβαστεί στα πράγματα του αυτά τα δύο αντικείμενα, ούτε και θυμόταν. Ίσως τα είχε πετάξει βιαστικά όταν ξεκίνησε. Κι απόμειναν.

Η πορεία του δεν είχε λιμάνια και όρια. Οι μόνες στάσεις γινόταν από την καρδιά του πάντα. Στις διαδρομές απλά άφηνε την ζωή να περνά μπροστά από τα μάτια του σαν ταινία. Έτσι αντιλαμβανόταν την αλλαγή και τελικά την μεταμόρφωση. Το κέρδος της πορείας δεν ήταν ποτέ ένας προορισμός. Έμενε πιστός στα όνειρα της νιότης. Εκείνα τα αληθινά, τα έρημα από αλλοτρίωση και συμβιβασμούς. Οι θάλασσες και οι στεριές ήταν πάντα το ίδιο για εκείνον. Με δρασκελιές απρόσεκτες κι απόκοτες καμιά φορά – τις περισσότερες φορές – τολμούσε και συνέχιζε. Ρουφούσε με ματιές κοφτές κάθε εμπειρία. Τον συνάρπαζε τούτο το απροειδοποίητο, το τολμηρό, το ανεξερεύνητο.

Μια μέρα το όνειρα γινήκαν βιαστικά. Δεν το κατάλαβε πότε ακριβώς συνέβη. Ήταν μια διαδικασία απαλή αυτή η μετάβαση στην εμπειρία από την ανεμελιά της νιότης. Σαν να έριχνες σ’ ένα ποτήρι κόκκους άμμου. Κι αυτοί έπεφταν γλυκά ένας-ένας χωρίς να συνωστίζονται στο στόμιο του μπουκαλιού. Έτσι, δεν το κατάλαβε πότε τα όνειρα άρχισαν να βιάζονται. Όσο κι αν τα τραβούσε πιο πίσω αυτά ήθελαν να ταξιδέψουν όλο και πιο γρήγορα. Τα χαρακτήριζε αυτή η οξυδέρκεια. Αντιλαμβάνονταν πρώτα από εκείνον, πως η άμμος σύντομα θα τελείωνε στο μπουκάλι  και δεν υπήρχε η δυνατότητα της επαναφοράς.

Μοναχικά και σχεδόν αυτιστικά, είχε περάσει κι ο ίδιος προς την έξοδο. Αυτή ήταν η Τέχνη του. Η δημιουργία και η παρακαταθήκη του στο σύμπαν : οι αναμνήσεις. Πήρε σιωπηλά το μολύβι να της καταγράψει. Έτσι για να ξαναθυμηθεί. Να ξαναζήσει το όνειρο. Να μην πάει χαμένο. Να έχει λόγο ο χρόνος. Εκεί προς το τέλος, πρέπει να υπάρχει λόγος, δικαιολογία και σκοπός.

Μα άφησε κάτω το μολύβι. Δεν ήταν για κείνον αυτά. Μ’ ένα μολύβι σχεδιάζεις όρια, χρησιμοποιείς κανόνες γραμματικής και τα ταξίδια αποκτούν σκοπό και δικαιολογίες, ορθή σύνταξη και ποιητικά αίτια. Δεν ήταν για κείνον τα μέρη του λόγου, οι γραμμές, τα σχέδια. Δεν χωρούσαν σε σελίδες όσα είχε δει και κάνει. Κι η μοναξιά του δεν μπορούσε να γίνει ανάγνωσμα για ένα φιλοθεάμον κοινό. Το έσπασε το μολύβι κι έμεινε στην πολυθρόνα να κοιτά από το παράθυρο.Ρ.Γ.



Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2021

ΓΕΝΝΗΘΕΊΣΑ ΤΟ 1970



Εμείς μεγαλώσαμε αλλιώς.
Υποχρεώσεις πολλές
και δικαιώματα κερδισμένα.
Εμείς μεγαλώσαμε κάπως φοβισμένοι.
Χωρίς αυτοπεποίθηση.
Κι αυτήν την διεκδικήσαμε.
Δεν μας τάισε κανείς εγωισμό
ούτε αδιαφορία.
Εκτιμούσαμε τους κόπους των άλλων
και υποχρεωτικά σεβόμασταν τον γεροντότερο.
Καμιά φορά δεν άξιζε ο γεροντότερος
παρ' όλ' αυτά τον σεβόμασταν.
Δεν μπορούσες να μιλήσεις στον οικοδόμο με απαξίωση
ας μην ήξερε τριγωνομετρία.
Ούτε καν στον διακονιάρη δεν μιλούσες άσχημα.
Ακόμα κρατάμε μια δυσκολία στην απόρριψη των άλλων
ακόμα απορούμε με την υποκρισία
ακόμα δεν μπορούμε να εξαπατήσουμε κανέναν
κι ακόμα δεν μιλάμε όταν μας προσβάλει ο κάθε "δήθεν".
Καταπιέσαμε την αυτοπεποίθηση
εξορίσαμε την αξία μας
δώσαμε την θέση μας στο τρόλεϊ σε κάποιον άλλο
κι ας είμαστε εμείς κουρασμένοι.
Υπακούσαμε σε οδηγίες και κατευθύνσεις.
Ευτυχισμένοι δεν ξέρω αν γίναμε,
από συνέπειες ποτέ δεν γλυτώσαμε
ίσως πληρώσαμε και των εκάστοτε υπαιτίων το τίμημα.
Είμαστε μια γενιά με φτερά κομμένα
μια γενιά που όλοι προσπέρασαν.
Όσοι επέζησαν από ναρκωτικά κι ατυχήματα
ζούμε με απορία σ' ένα κόσμο χωρίς καμιά αξία
που δεν τηρεί τίποτα απ αυτά που διδάσκει
σ' ένα κόσμο που λατρεύει το χάος
κι ευδοκιμεί στην υπερφίαλη δόξα του πρόσκαιρου.
Μα είμαστε νικητές γιατί κρατήσαμε την ψυχή μας ατόφια.
Μείναμε πιστοί στο όνειρο μας
και το κυνηγήσαμε.
Είμαστε οι τελευταίοι αληθινά ονειροπόλοι.
Αυτοί που ζουν με ελπίδα στο όνειρο.
Και στα παιδιά μας, σας ορκίζομαι,
όσο ζω και υπάρχω
θα παλεύω ν' αφήσω έναν κόσμο πιο δίκαιο.Ρ.Γ



Πέμπτη 7 Ιανουαρίου 2021

ΧΩΡΙΣ ΤΙΜΗ

 

Έγραφε ποιήματα με υλικά ταπεινά
άναρχες λέξεις
απροσάρμοστες έννοιες
τυπογραφικά λάθη
και χωρίς ορθογραφικό έλεγχο.
Τα στόλιζε με συναίσθημα
με αλήθεια
με εντιμότητα.
Τα έγραφε σε χαρτιά λευκά
και κίτρινα
με γραμμές ή σκέτα.
Κι έπειτα τα έστελνε σε φίλους.
Κάποτε της είπαν να τα πουλήσει
μα δεν μπορούσε να βάλει
μια σωστή τιμή στην ψυχή της.
Έμειναν αδιάθετα
Απούλητα
"Ασύμφορο το χόμπι σου"
της φώναξαν
Μα εκείνη δεν άκουσε
Είχε αυτιά μόνο σ' ότι της ψιθύριζε
η καρδιά της. Ρ.Γ.


Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2020

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ




Ανέφελοι ουρανοί
εμπόδιζαν τους αδαείς
να προετοιμαστούν για το αναπόφευκτο.
Κλείνανε τα μάτια ερμητικά
και γράφανε στίχους
να διώξουν το κακό
καθώς το κρύο μέταλλο
άγγιζε τον λαιμό μας.
Κι ύστερα κλαίγανε όσοι μπορούσαν.
Ευτυχώς υπάρχουν εκείνοι
που ζούσαν πάντα στα σκοτάδια.
Καλούνται, τώρα, να φέρουν πίσω το φως.
Κι ας μην το είχαν δει ποτέ τους.
Να θυσιαστούν στον βωμό της αφέλειας των έμπειρων.
Να ξορκίσουν το κακό
Να ξεπλύνουν τα λάθη
όλα με το κατακόκκινο αίμα τους.
Οι άλλοι στίχους έγραφαν.
Κι εμείς τους ζούσαμε.
Οι άλλοι με πλήκτρα πολεμούσαν
Εμείς με σφαίρες.
Οι άλλοι ακόμα ζούνε
κι ανασαίνουν μέσα από τους ρόγχους μας.
Αυτή είναι η δικαιοσύνη των άξιων.
~Ρ. Γέρου~ Φωτογραφία : ΡΑΦΑΕΛΛΑ ΧΑΤΖΗΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2020

ΓΕΝΕΘΛΙΑ

Όταν φτάνεις να κλείνεις τα πενήντα χρόνια ζωής, νιώθεις πως έφτασες σε ένα αρκετά σημαντικό σημείο. 
Πρώτα απ' όλα τα κατάφερες να φτάσεις ως εδώ. Πράγμα που από μόνο του είναι μια επιτυχία. Διότι σε τούτη την πορεία του μισού αιώνα (φαντάζει πιο τρομακτικό όταν το γράφεις) είδες και έζησες πάρα πολλά. 
Έπειτα, έμαθες αλήθειες και διέκρινες ψέματα και ψευδαισθήσεις. Ξεχώρισες ανθρώπους και κατάλαβες κίνητρα και ουσία. 
Ανακάλυψες πόσο υπέροχη αλλά και πόσο άδικη κι άσχημη μπορεί να είναι η ζωή. 
Ονειρεύτηκες και προσπάθησες να κάνεις πράξη τα όνειρα. Επαναστάτησες και θέλησες να αλλάξεις τα άσχημα ή απλά τα αποδέχθηκες. Όλα ανάλογα με τις δυνάμεις και τις δυνατότητες σου. 
Μα όντας θηλυκό, δυσανασχέτησες με τα σημάδια του χρόνου στο κορμί σου. Η ψυχή βγήκε νικήτρια. Το σώμα όμως δεινοπάθησε. 
Κι ευτυχώς είχες την δυνατότητα να τα αντιληφθείς όλα αυτά στα πρώτα πενήντα χρόνια. Μα και πάλι το πεπερασμένο της ύπαρξης σου σε σημαδεύει και σε υποδουλώνει. 
Ας είναι όμως. Ψύχραιμα και ειλικρινά, αυτό που θυμάμαι με αγάπη και νοσταλγία είναι η πρώτη μου τούρτα . Μια κατάλευκη, ολοστρόγγυλη τούρτα αμυγδάλου με ένα τεράστιο ζαχαρωτό λευκό, επίσης, τριαντάφυλλο στην πάνω αριστερή μεριά. Το πρώτο πάρτι. Τότε που η μάνα ζούσε κι όλο χαρά κερνούσε  τους συμμαθητές, μεγάλα κομμάτια γλυκού και χυμούς και τυροπιτάκια. Κι εγώ στη μέση της σάλας με τα καλά, τα Κυριακάτικα ρούχα μου να γελώ ολόχαρη με το τραγούδι: "Να ζήσεις και χρόνια πολλά, μεγάλη να γίνεις με άσπρα μαλλιά.." Έπιασε η ευχή παιδιά. έχω πλέον πολλά άσπρα μαλλιά..
Μα απ' όλες τις χαρές εκείνα τα πρώτα γενέθλια ήταν θαρρώ η πιο αξέχαστη.
~Ρ. Γέρου~ (Η χαρούμενη εορτάζουσα )

Τρίτη 19 Ιουνίου 2018

Με μια χάρτινη βαρκούλα

Τα ταξίδια με χάρτινες βαρκούλες στους ωκεανούς, είναι συναρπαστικά όσο κι επικίνδυνα.
Θέλει σθένος, τόλμη και μπόλικη τρέλα μιας και το χαρτί σαν υλικό δεν τα πάει καλά με το νερό.
Μα εδώ σε θέλω καπετάνιο μου. Να έχεις, λέει, την ναυτοσύνη να διανύεις μίλια ολάκερα, θαλασσινά με την χάρτινη βαρκούλα σου. Να σε κοιτάζουν τα σιδερένια και τα ξύλινα σκαριά και να γελάνε στην αρχή. Έπειτα, όμως, να απορούν με εσένα και την προσπάθεια σου.

Το χαρτί. Αυτό το τιποτένιο χαρτί, να αναδεικνύεται πιο ικανό απ' όλα τα άλλα υλικά. Και το σκαρί από το ροζ επιστολόχαρτο, να βγαίνει στις Ιθάκες των ωκεανών και να τις προσπερνά. Γιατί τι είναι δα, οι Ιθάκες παρά απλές στεριές. Κι εμάς εδώ δεν μας μέλλουν οι στεριές παρά τα ταξίδια. Εμείς εδώ, δεν θέλουμε να αράξουμε, ούτε να ξεμπαρκάρουμε σ' αλαργινά λιμάνια. Αλίμονο, τα έχουμε δει όλα. Ως και την ίδια μυρωδιά έχουν. Μα η θάλασσα. Αχ, αυτή η πλανεύτρα, έχει πάντα μια φρεσκάδα. Μια μοσκοβολιά. Κι ας κουράζεσαι. Κι ας λες να αράξω τώρα, να λασκάρω λιγάκι. Μα μόλις φτάνεις γίνονται όλα μετά από λίγο ξανά τα ίδια. Και πάλι πίσω να γυρνάς στην αγκαλιά της να κουρνιάσεις. Να σε κανακέψει. Μα και να σου ψήσει το ψάρι στα χείλη. Και δος του πάλι αγώνας για επιβίωση. Και ξανά προσπάθεια κι ανάκαρα ν' αντέξεις μη σε φάνε τα θεριά. 

Τότε ακριβώς είναι που έρχεται κι ο γλάρος στο κατάστρωμα. Σε κοιτά έτσι δα λίγο περιπαιχτικά, λίγο παραξενεμένος. Μόλις κάνεις να τον ακουμπήσεις, ανοίγει τα φτερά του και πετά. όπου θέλει αυτός. Όπου του αρέσει. Σήμερα εδώ, αύριο εκεί. Τα βουνά, τα νερά, τα σκαριά όλα, πατρίδα τα έχει. "Κι εγώ; " λες. "Κι εγώ. Κι ας μην έχω φτερά. Μονάχα αυτή εδώ την χάρτινη βάρκα". 'Τα πάντα πατρίδα".

Θέλει, όμως κουράγιο. Κι εκεί που χάνεις την πίστη, να την ξαναβρίσκεις. Κι εκεί που νικιέσαι, να νικάς. Κι ακόμα. Κι ακόμα. Ως την φθορά την αναπόφευκτη. Ως το τέλος. Αυτό το ίδιο τέλος που είναι για όλους. Και για τα σίδερα και για τα ξύλα και για τα χαρτιά. Κι αφού είναι να έρθει, καλοδεχούμενο. Μα στο μεταξύ, κάνε το ταξίδι σου ζηλεμένο.
Έτσι για την αλητεία.
Έτσι για να το ευχαριστηθείς.
Γιατί το θέμα ήταν πάντα το ταξίδι κι όχι οι λογιών λογιών στεριές.
Και στο τέλος γυρνάς πίσω εκεί που ήταν πάντα η πατρίδα σου. Αυτό στο δίνει η θάλασσα για δώρο. Επειδή την σεβάστηκες και την αγάπησες τόσο βαθιά.
Αυτό είναι το δώρο για τους ξεχωριστούς ταξιδευτές. Μήτε για τους συνηθισμένους, μήτε τους ξιπασμένους και τους πολύξερους. Μα για τους διαλεχτούς. Αυτούς που μπόρεσαν να σεβαστούν τα "εν σοφία εποίησας". Κι αφουγκράστηκαν τον παλμό τους. Και γίναν ένα μαζί τους.
Τα παιδιά της φύσης.
Τα παιδιά του Θεού. 
Τα παιδιά που θέλησαν να πορευτούν πάνω στις χάρτινες βαρκούλες.

~Ρένα Γέρου~

Τρίτη 22 Μαΐου 2018

Χαμένη Ελπίδα

Της έρημης ξερολιθιάς μια απόκοσμη κραυγή,
τον μουντό του λήθαργο, δεν τάραξε.
Ήτανε, λέει, καταμεσής σε πέλαγο βαθύ
κι ολόγυρα του κόκαλα λευκά, ξεγυμνωμένα, αρμένιζαν.
«Έλεος», ούρλιαξε η ρυτίδα η βαθιά,
εκεί ανάμεσα στα δυο σμιχτά του φρύδια.
Έφτυσε μια βρισιά.
Η πίκρα στην ψυχή του έγινε αλμύρα.
Και η σκέψη του, που γενναίο τον έκανε να δείχνει,
μεμιάς έμεινε ακυβέρνητη.
«Σχώρα με Θε μου», ψέλλισε κι έκανε να προσευχηθεί.
Μα έλειπε ο Θεός.
Θα ήτανε κρίματα πολλά, μιας άλλης πιο εύκολης ζωής λογαριασμοί,
που έμελε σε τούτη να πληρώσει.
Σήκωσε σιωπηλά από κάτω το κουπί. Το μούτρο του τραχύ.
Μια ανάπλαστη σκιά που έγδερνε τον αέρα
και την πυρκαγιά μες την ψυχή του αποκάλυπτε.
Δεν ήξερε πάρα να σκάβει με δύναμη τη γη, πέτρες να κουβαλά, να σπάει.
Έκλαψε με την καρδιά του εκεί στην άκρη του χρόνου.
Νοστάλγησε τον πατέρα του.
Ήταν μόνος τώρα εκεί. Κι αύριο μόνος θα ήταν.
Έμοιαζε λίγο με λυγμό η ανάσα που του ξέφυγε και ξύπνησε.
Ζεύτηκε σαν το βόδι το υνί.
Έσυρε το κορμί του πάνω από το χώμα.
Δεν ήταν ώρα ακόμα να ξεκουραστεί.
Μήτε καν, ηδονόχαρα όνειρα να του στοιχειώσουν τις πικρές του αποδράσεις.
Απόλωλεν η ελπίς. Κι έμεινε η ζωή να απαιτεί τα ναύλα.

Ρένα Γέρου

Τρίτη 13 Μαρτίου 2018

Ο ΗΛΙΟΣ



Λαθραία ξημέρωσε και σήμερα.
Διστακτικός ο ήλιος, άφησε την αγκαλιά μιας αισιόδοξης αυγής κι έπιασε δουλειά στον ορίζοντα.
Ακόμα και για εκείνον η δουλειά της διαδρομής του από ανατολή σε δύση ήταν βαρετή.
Κάθε μέρα το ίδιο τροπάρι.
"Ρουτηνιάσαμε" σκεφτόταν,"γεράσαμε κι ακόμα το ίδιο αιώνες τώρα".
Μα οι υποχρεώσεις δεν τον άφηναν να ξεκουραστεί.
Τι κι αν ήταν ο πιο φωτεινός ζωοδότης του σύμπαντος; Τα "πρέπει" δεν αφήνουν κανέναν ελεύθερο. Βαριανασαίνοντας, μια που τα είχε τα χρονάκια του, ανέβηκε για άλλη μια φορά στο όχημα του και ξεκίνησε το ίδιο ταξίδι που έκανε χιλιάδες χρόνια τώρα.
Είχε χρέος απέναντι στους απογόνους.
Τα παιδιά! Να φροντίσει, τα παιδιά. Κι αυτό το γέλιο το χωρίς δόντια εκείνου του μικρούλη μπέμπη, τον έκανε να παίρνει θάρρος και δύναμη να συνεχίζει. Κι ας είχε κουραστεί. Κι ας μην είχε αφήσει για τον εαυτό του ικμάδα ανάκαρας. Ο μπεμπούλης εκείνος τον χρειαζόταν.
Γιατί, όταν σε εγκαταλείπουν όλοι ακόμα και οι γονείς που σε γέννησαν, όταν οι άνθρωποι γίνονται τέρατα και τρώνε τα παιδιά τους, τι μένει, παρά ο Ήλιος να ζεστάνει τις ψυχές μας;
Και το φως να πέσει πάνω στα σκοτάδια μας να τα καθαρίσει. Μήπως και κάποτε, μετά από αιώνες τα καταφέρουμε και γίνουμε Άνθρωποι!!
~ Ρένα Γέρου~

Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου 2018

Αμοιβαιότητα

Λάγνο το βλέμμα
την άλικη πεθυμιά 
θωπεύει.
Αμαύρωσε το ζεστό της στιγμής
με τον δόλο της αμφιθυμίας του
ο Εραστής.
Καλλίστη όλων, η Αγάπη
προσπέρασε
της αμοιβαιότητας 
την προδομένη παρακμή.
"Δέχομαι"
είπε ο φαύλος
κι η μοναξιά του ξεχύθηκε βίαια
σε λευκά, μεταξένια
σεντόνια.
Ολάκερη, μια κραυγή απελπισίας
πλημμύρισε
μιας θολής στιγμής
τα ζεστά ακόμα
αποκαΐδια.
Κι εσύ!
Τις κραυγές τους τις πίστεψες
κι όσους σε εσένα πιστεύαν
τους πρόδωσες.
Πόνο σκορπά η αντίληψη
των κακώς πεπραγμένων
Και το τίμημα;
ένα σκοτάδι ζοφερό
σ' αντικατάσταση του φωτοδότη ηγεμόνα.
Αφελής κι επιπόλαιη η μέρα,
ξημέρωσε, άραγε;

Ρένα Γέρου 

Τετάρτη 7 Φεβρουαρίου 2018

ΙΣΩΣ

Ίσως στο τέλος να φταις
που ονειρεύτηκες
που είχες ελπίδες
που πάλεψες
που φώναξες
που αλλού κέρδισες κι αλλού έχασες.
Που έζησες εντελώς 
μέχρι όσο, την ευτυχία , την δυστυχία, τον πόνο, τον έρωτα
τη χαρά, τη λύπη.
Ίσως να φταις ακόμα και για το πιο απλό.
Γιατί, φίλε μου, κάποιος πρέπει
πάντα να φταίει.
Και μοιράζουν φταιξίματα οι δυνατότεροι.
Γιατί όχι; 
Όλα θέμα ευθυνών κι όχι αποτελεσμάτων.
Ίσως να φταις για τις ελπίδες και τα όνειρα.
Ίσως να βάλουν φραγή εισερχομένων ονείρων μια μέρα.
Ίσως αυτή η μέρα να είναι κοντά.
Ίσως...
Ρένα Γέρου
"Ίσως να φταίει η συνήθεια της θλίψης μας!
{συμπλήρωμα από τον καλό φίλο @Αντώνης Χατζηθωμάς