Κυριακή 9 Μαΐου 2021

Η ΜΑΝΑ

 


Ήταν αυτή η ανεξέλεγκτη ξεγνοιασιά. Αυτή ακριβώς που ηχούσε ρυθμικά μέσα στο στήθος κάθε που ξεπόρτιζα. Σαν να με βάραινε αυτή η αυστηρότητα των «μη» που έπρεπε να υπομένω και να τηρώ  μέσα στο σπίτι, ώστε μόλις έκλεινα πίσω μου την εξώπορτα έφτανα σε χρόνο ρεκόρ στην πλατεία. Τόσο γρήγορα που ούτε η μάνα πρόφταινε να με δει. Πάντα με έψαχνε. Γυρνούσε στα σοκάκια να με φωνάζει. Κι εγώ κρυμμένη πότε σε μια ξένη αυλή, πότε πίσω από τη ρόδα ενός φορτηγού απ’ αυτά που ξεμπάρκαραν απ’ τα ποστάλια. Αγωνία η μάνα. Άκουγα τον τριγμό στη φωνή της. Έσπαζε ο ήχος καθώς φώναζε τ’ όνομα μου. Κι εγώ, η βάναυση, να μην απαντώ. Είχα έτοιμη την δικαιολογία. «Μα θα με έφτυνε ο Νικόλας»  μέσα σε αναφιλητά και δάκρυα, όταν με ξετρύπωνε η Μαρίκα  και απ’ τ’ αυτί με οδηγούσε στην συμμόρφωση.

Την άλλη μέρα πάλι τα ίδια. Ξεπόρτιζα μόλις έτρωγα το πρωινό. Πάλι κρυφτό, κυνηγητό με την παπαλίνα της γειτονιάς. Ούτε να το πω, ούτε να ενημερώσω, ούτε να ζητήσω άδεια. Χαμένη στον κόσμο μου να προλάβω να παίξω. Αυτό την έφερνε στα όρια της τη Μάνα. Νόμιζε πως μ’ έχανε. Δεν καταλάβαινα. Τίποτα. Μόνο απορούσα που αντιδρούσε έτσι. Που θύμωνε και με τιμωρούσε. Κι όσο θύμωνε εκείνη, τόσο αντιδρούσα και πείσμωνα και έκανα χειρότερες ζαβολιές. Τόσο κακομαθημένο ήμουν. Τόσο την θεωρούσα δεδομένη. Τόσο απόλυτη και βέβαιη για την αγάπη αυτή. Την τεράστια κι ευρύχωρη. Γιατί όταν πέθανε κανείς δεν με γύρευε πια στις γειτονιές.  Ρ. Γ.


(ΦΩΤΟΓΡΑΦΊΑ: Ηπειρώτισσα Μάνα» του χθες μέσα από τον φωτογραφικό φακό του Κώστα Μπαλάφα)


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου